«Ανεγκέφαλοι τραμπούκοι», «προβοκάτορες», «ηλίθιοι που το σύστημα θα τους πλήρωνε για τις υπηρεσίες τους», αλλά και «ψευτοεπαναστάτες χούλιγκαν», «φετιχιστές της βίας, που δρουν με την ανοχή των διαδηλωτών»... Δεκάδες εκδοχές, κάποιες αντικρουόμενες, ακούστηκαν για τον εμπρησμό της Marfin στις 5 Μαΐου, που προκάλεσε το θάνατο τριών εργαζομένων και «καπέλωσε» με τον πιο μακάβριο τρόπο μία από τις μαζικότερες εργατικές πορείες των τελευταίων χρόνων.
Ανάμεσα στα ρεπορτάζ των ΜΜΕ και στις ανακοινώσεις των κομμάτων, ανάμεσα στα χειρόγραφα σημειώματα στο σημείο του εμπρησμού, αλλά και στα σχόλια στο ίντερνετ, στις επιστολές ατόμων και συλλογικοτήτων, στις κουβέντες των φίλων και στα πηγαδάκια των παγωμένων διαδηλωτών, πολλές ερμηνείες και ερωτήματα διατυπώνονται για τις συλλογικές και ατομικές ευθύνες, για τους φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς, για την οδύνη και την αδυναμία να αποτραπεί ένας εμπρησμός που δεν σκότωσε μόνο τρεις αθώους αλλά επιχείρησε να βάλει την ταφόπλακα στις λαϊκές αντιδράσεις, να στοχοποιήσει τους εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές ως δυνάμει συνενόχους. Μαζί με την αυτονόητη καταδίκη του τριπλού φονικού, την επίρριψη ευθυνών και την αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων, πέρα από τη συζήτηση που έχει ξεκινήσει (δυστυχώς όχι κατόπιν εορτής, αλλά κατόπιν κηδείας) στην Αριστερά και στον αντιεξουσιαστικό χώρο για τη στάση απέναντι σε πράξεις τυφλής βίας, κάποιες λέξεις ακούγονται πιο συχνά από άλλες: «προβοκάτορες», «προβοκάτσια», «αντικειμενικά προβοκατόρικη ενέργεια».
Συνώνυμη, σχεδόν, της συνωμοσιολογίας, η προβοκατορολογία, η τάση να ερμηνεύει κανείς τα ιστορικά γεγονότα επικαλούμενος αποκλειστικά μυστικούς πράκτορες, σκοτεινούς συνωμότες και «μαύρες χείρες» που κινούν παρασκηνιακά τα νήματα προς χάριν κάποιων «πεφωτισμένων», είναι στην ουσία μία μεταφυσική και ελιτίστικη θεώρηση της ιστορικής κίνησης, που υποτιμά (αν δεν εκμηδενίζει) την πάλη των τάξεων και αναπαράγει το κυρίαρχο μοντέλο ότι η Ιστορία γράφεται από τα άτομα και όχι από τη δράση των μαζών. Η κατάχρηση του όρου «προβοκάτορας» ειδικά από την Αριστερά, ώστε να ερμηνεύει λάθη, ήττες και αδυναμίες, αποφεύγοντας την αυτοκριτική, αλλά και η συστημική προβοκατορολογία της αντικατασκοπίας και των μυστικών υπηρεσιών κάνει ακόμα πιο δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ αλήθειας και ψέματος, ευφάνταστου αστυνομικού σεναρίου και υλοποιήσιμου σεναρίου της αστυνομίας. Το αν ευθύνονταν ή όχι προβοκάτορες για όσα τραγικά συνέβησαν την 5η Μαΐου είναι ένα ερώτημα που, ακόμα και αν απαντηθεί, δεν μπορεί να φέρει πίσω στη ζωή τους αδικοχαμένους, ούτε απαλλάσσει από τις ευθύνες τους όσους θέλουν έμπρακτα να υπερασπίζονται τις ανθρώπινες ζωές όταν άλλοι μιλάνε για κέρδη και ζημιές.
Χωρίς να σπεύδουμε να επιβεβαιώσουμε ή να αρνηθούμε τον προβοκατόρικο χαρακτήρα του εμπρησμού (κάτι που πιθανότατα να μη μάθουμε ποτέ, όπως ποτέ δεν εξιχνιάστηκαν αντίστοιχες ενέργειες στο παρελθόν), έχει ενδιαφέρον να δούμε πότε χρησιμοποιήθηκε ξανά ο χαρακτηρισμός «προβοκάτσια», ποιες είναι οι ετυμολογικές και ιστορικές ρίζες αυτού του τόσο παρεξηγημένου και φθαρμένου όρου, που όμως δεν λέει να εγκαταλείψει το πολιτικό λεξιλόγιο.
1 ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΡΟΒΟΚΑΤΟΡΑΣ;
«Ατομο που με εντολή τρίτων διεισδύει λαθραία σε μια ομάδα, σε έναν πολιτικό χώρο, σε μια συγκέντρωση, διαδήλωση ή άλλη εκδήλωση, για να προκαλέσει σύγχυση, ταραχή και να υποκινήσει τους συμμετέχοντες να υιοθετήσουν απόψεις ακραίες ή να εκτραπούν σε ενέργειες βίαιες ή παράνομες, με στόχο τη δυσφήμιση, την ενοχοποίησή τους ή την πρόκληση αντιποίνων εναντίον τους. Π.χ.: Αποκαλύφθηκε η δράση προβοκατόρων σε κόμματα και οργανώσεις της Αριστεράς (Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Ιδρ. Μαν. Τριανταφυλλίδη).
2 ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΑ;
«Το να προκαλεί κανείς σκόπιμα αναταραχή, δυσαρέσκεια ή βίαιες ενέργειες, από άτομο ή ομάδα, με σκοπό την πραγματοποίηση των επιδιώξεων και των συμφερόντων του ή κάποιου τρίτου» (Νέο Ελληνικό Λεξικό Εμμ. Κριαρά). Στο λεξικό του Δημητράκου η λέξη «προβοκάτσια» δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο η λέξη «προβοκάτωρ» ως «ο προκαλών εις μάχην» - από το λατινικό provocator. Ως πηγή της λέξης «προβοκάτσια» αναφέρεται η ρώσικη λέξη provokatsija, από το λατινικό provocatio (πρόκληση) και το γαλλικό provocateur.
3 ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο «AGENT PROVOCATEUR»;
Σήμερα η διασημότερη χρήση της φράσης είναι η ομώνυμη εταιρεία σέξι εσωρούχων. Στα γαλλικά ο προβοκάτορας εμφανίζεται ως «agent provocateur», πράκτορας πιθανότατα σε διατεταγμένη υπηρεσία της αστυνομίας, που διεισδύει σε πολιτικές οργανώσεις με σκοπό να ωθήσει τα μέλη τους σε πράξεις που θα τα παγιδεύσουν και θα τα ενοχοποιήσουν - στη Δικαιοσύνη ή στην κοινή γνώμη. Η δράση προβοκατόρων του κράτους έχει αποδειχθεί πολλές φορές στο παρελθόν, από την τσαρική Ρωσία ώς την Αμερική του Ψυχρού Πολέμου και το πρόγραμμα CointelPro του FBI ενάντια στους Yippies και τη Νέα Αριστερά, με πρόσφατο κρούσμα τη χρήση προβοκατόρων στις περσινές διαδηλώσεις στο Λονδίνο ενάντια στους G20.
4 ΠΟΙΕΣ ΗΤΑΝ ΟΙ ΔΙΑΣΗΜΟΤΕΡΕΣ ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΕΣ;
Σικάγο, πλατεία Χέιμαρκετ 1886: Η βομβιστική ενέργεια στην πλατεία Χέιμαρκετ του Σικάγου, στις 4 Μαΐου του 1886, λειτούργησε ως προβοκάτσια, ενοχοποιώντας τους ηγέτες του αναρχοσυνδικαλισμού, παρόλο που ποτέ δεν αποδείχθηκε στο δικαστήριο αν πράγματι την προκάλεσαν προβοκάτορες ή όχι. Οι πυροβολισμοί που ακολούθησαν προκάλεσαν το θάνατο αδιευκρίνιστου αριθμού πολιτών και οχτώ αστυνομικών, κυρίως από φίλια πυρά. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει μία κοινά αποδεκτή ερμηνεία για την ταυτότητα του βομβιστή, έχει όμως επισημανθεί ο ρόλος της ιδιωτικής αστυνομίας των Pinkertons που δρούσαν ως απεργοσπάστες και χαφιέδες. Αρκετοί αναρχοσυνδικαλιστές οδηγήθηκαν στην αγχόνη.
Βερολίνο, εμπρησμός του Ράιχσταγκ, 1933: Η πιο διάσημη φασιστική προβοκάτσια, που ενορχήστρωσαν τα πρωτοπαλίκαρα των Χίτλερ, Γκέρινγκ και Γκέμπελς για να ενοχοποιήσουν τους κομμουνιστές. 27 Φεβρουαρίου του 1933 το γερμανικό κοινοβούλιο τυλίγεται στις φλόγες. Συλλαμβάνεται ένας ολλανδός εργάτης, που πάνω του βρίσκεται βιβλιάριο του Κ.Κ. Στο εδώλιο ως συνωμότες οδηγούνται και οι βούλγαροι ηγέτες της Κομιντέρν, Διμιτρόφ, Ποπόφ και Τάνεφ. Στη δίκη της Λειψίας η σκευωρία ξεσκεπάζεται και οι κομμουνιστές ηγέτες απελευθερώνονται. Ο ολλανδός Μαρίνους βαν ντερ Λούμπε εκτελείται.
Μιλάνο, πιάτσα Φοντάνα, 1969: Ισχυρή έκρηξη στην Αγροτική Τράπεζα, στην πλατεία Φοντάνα του Μιλάνου, 12 Δεκεμβρίου 1969, σκοτώνει 17 άτομα και τραυματίζει 88. Συλλαμβάνονται αναρχικοί ως ύποπτοι και ένας απ' αυτούς πέφτει νεκρός από τον 4ο όροφο της Ασφάλειας, ο αναρχικός Τζιουζέπε Πινέλι. Γι' αυτόν αργότερα θα γράψει ο Ντάριο Φο τον «Τυχαίο θάνατο ενός αναρχικού». Οπως αποδείχθηκε -χρόνια αργότερα-, η βομβιστική ενέργεια έγινε από ακροδεξιούς, με τη συνεργασία πρακτόρων της νατοϊκής αντικομμουνιστικής οργάνωσης GLADIO.
Βαρκελώνη, «Scala» (κέντρο διασκέδασης), 1978: Τρία χρόνια μετά το θάνατο του δικτάτορα Φράνκο και την αποκατάσταση της ισπανικής δημοκρατίας, οι αναρχοσυνδικαλιστές της CNT έχουν μεγάλη δύναμη στα εργατικά συνδικάτα και είναι οι μόνοι που αντιτίθενται στο Σύμφωνο της Μονκλόα, που επιχειρεί μία συναινετική μετάβαση χωρίς να θίγει το συνδικαλισμό του φρανκισμού. Τη νύχτα της 15ης Ιανουαρίου του 1978, ύστερα από την πιο πετυχημένη πορεία ενάντια στο Σύμφωνο της Μονκλόα στη Βαρκελώνη, κοκτέιλ εκρηκτικών τυλίγει στις φλόγες το πολυτελές κέντρο διασκέδασης «Scala» και σκοτώνει τέσσερεις εργαζομένους. Η αστυνομία συλλαμβάνει αναρχικούς και ελευθεριακούς και η CNT δυσφημίζεται και διασπάται. Από τα 120.000 μέλη απομένουν μόλις 6.000. Ο φάκελος της υπόθεσης κλείνει ως απόρρητος ίσαμε το 2035. Λίγα χρόνια μετά τον εμπρησμό, ένας από τους υπόπτους, ο Χοακίν Γκαμπίν Χερνάντεζ, παραδέχεται ότι ήταν πληρωμένος προβοκάτορας της Ασφάλειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου